1 Όλοι οι κυνηγετικοί σκύλοι και όλοι οι κυνηγοί έπειτα από μια σχετική εξειδίκευση μπορούν να βρουν και να θηρεύσουν λίγες ή περισσότερες καμιά φορά μπεκάτσες. Υπάρχουν, όμως, άνθρωποι με ιδιαίτερο ταλέντο, στο ιδιαίτερο και τόσο μυστικιστικό κυνήγι του «φαντάσματος» αυτού των δασών.
Είναι άνθρωποι αφοσιωμένοι ψυχή τε και σώματι σε αυτό το πάθος και με ότι άλλο κι αν ασχολούνται, το μυαλό τους, το είναι τους ολόκληρο περιπλανιέται συνεχώς νοερά μέσα στις κορυφές με τα έλατα και τις οξιές και στις πλαγιές με τις βελανιδιές ή τα πουρνάρια, εξερευνώντας συνεχώς καινούργιους παράδεισους. Αυτοί οι άνθρωποι κρατάνε συνεχώς το σφυγμό του δάσους, αισθανόμενοι πολύ περισσότερο, παρά σκεπτόμενοι, πού βρίσκεται το αγαπημένο τους θήραμα.
Μέσα από το πάθος αυτό έχουν αναπτύξει και ιδιαίτερες δυνατότητες και ικανότητες για να μπορέσουν να συλλάβουν το αντικείμενο του πάθους τους. Στα χέρια των ανθρώπων αυτών τις περισσότερες φορές υπάρχουν και οι πιο ιδιαίτερα προικισμένοι κυνηγετικοί σκύλοι γι' αυτό το κυνήγι.
Το μεγάλο μπεκατσόσκυλο δεν ψάχνει γεωμετρικά όλο το δάσος, σπαταλώντας τις δυνάμεις του, καταλαβαίνει ότι υπάρχουν κοινά σημεία στα διάφορα μέρη στα οποία βρίσκει μπεκάτσες, καταλαβαίνει πολύ γρήγορα ότι η μπεκάτσα για να έρθει να πιάσει εδώ έχει κάποιους συγκεκριμένους λόγου και αυτό δεν γίνεται τυχαία. Είναι η γεωφυσική θέση της τοποθεσίας, είναι το ΡΗ του εδάφους, είναι το ποσοστό εργασίας, είναι η γωνία πρόσπτωσης των ακτίνων του ηλίου στο έδαφος, είναι το μικροκλίμα τέτοιο που έλκει το πουλί στη συγκεκριμένη θέση και εάν τυχόν σκοτώσουμε αυτό το πουλί στο επόμενο πέρασμα ή στην επόμενη επί τόπου μετακίνηση, αυτή η καλή θέση, θα ξαναβάλει άλλα πουλιά.
Η έλξη δε της θέσεως αυτής μπορεί να είναι τόσο μεγάλη ώστε έχω σηκώσει 7 πουλιά κάτω από ένα έλατο, εννιά πουλιά από μια συστάδα ντούσκα λίγων τετραγωνικών μέτρων, τα οποία έφυγαν μαζί σαν κοπάδι πέρδικες, ακόμη και έξι πουλιά μέσα από ένα θάμνο. Το μεγάλο, λοιπόν, μπεκατσόσκυλο αισθάνεται τις τοποθεσίες αυτές με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και ψάχνει από πιθανή θέση σε πιθανή θέση, αυξάνοντας κατά πολύ τις πιθανότητες ενός επιτυχημένου κυνηγιού, αυτό δε δεν γίνεται μόνο από εμπειρία, ούτε μπορεί ένα ατάλαντο ζώο το οποίο βρίσκει μόνο τις μπεκάτσες, που τυχαίνουν στο δρόμο του, να μπορέσει με την εξοικείωση και την τριβή να συναγωνιστεί με το ταλαντούχο ζώο, το οποίο γεννιέται με γενετικά προγεγραμμένη πορεία, να εξελιχθεί σε ένα μεγάλο μπεκατσόσκυλο. Αυτό, όμως, το ζώο πρέπει να έχει την τύχη να βρεθεί στην αγκαλιά του κατάλληλου ανθρώπου, ο οποίος να γνωρίζει να το αξιολογήσει, να το αναθρέψει και να το κατευθύνει, ώστε μαζί σαν ζευγάρι πλέον να φτάσουν στην τελειότητα. Είναι μια διαδικασία η οποία επαναλαμβάνεται με το ίδιο πάθος, με όλο και μεγαλύτερη αφοσίωση, μέχρι το τέλος της ζωής του πραγματικού μπεκατσοκυνηγού.
2 Κατά τη γνώμη μου, χωρίς βεβαίως να υποτιμώ τις ηπειρωτικές φυλές, οι αγγλικές φυλές σκυλιών φέρμας υπερέχουν, διότι είναι προορισμένες να ψάχνουν το θήραμα σε μια άπειρη πρακτικά έκταση, την οποία δεν γνωρίζουν εκ των προτέρων τις περισσότερες φορές, σε αντίθεση με τους κυνηγετικούς σκύλους της ηπειρωτικής Ευρώπης, οι οποίοι είναι φτιαγμένοι για να ψάχνουν σε μια κατά το μάλλον ή ήττον συγκεκριμένη περιοχή, την οποία τις περισσότερες φορές γνωρίζουν καλά.
3 Εκείνο το οποίο έχει μεγαλύτερη σημασία δεν είναι η φυλή αλλά το κάθε άτομο ξεχωριστά. Έχω βρει εξαιρετικά μπεκατσόσκυλα σε όλες τις φυλές, αλλά εκτός και αν έχουμε να κυνηγήσουμε μόνο σε έναν συγκεκριμένο τόπο, ο οποίος έχει μεγάλες ιδιαιτερότητες, όπως Π.Χ. είναι τα δάση της Βρετάνης, τα οποία εκτείνονται σε μια περιοχή με λόφους, των οποίων όμως, τα χαμηλότερα επίπεδα είναι βαλτώδη και στα οποία βόσκουν βοοειδή, τα οποία δημιουργούν βαθιές τρύπες στο υγρό έδαφος και στα οποία φυτρώνει πυκνό χόρτο βάλτου μαζί με βάτα, τα οποία πληγώνουν ένα πιο μεγαλόσωμο ζώο, το οποίο κινείται μεν γρήγορα, διότι το έδαφος είναι εύκολο φαινομενικά, ενώ στην πραγματικότητα κρύβει πολλές παγίδες, οι οποίες συνεχώς το πληγώνουν και το ταλαιπωρούν.
Εκεί η τοπική φυλή των Epaniels (Επανιέλ) πλεονεκτεί διότι μπορεί να ελίσσεται με μεγαλύτερη ευκολία μέσα στα βάτα. Αλλά ένας κυνηγετικός σκύλος μπορεί και συνηθίζει και προσαρμόζεται σε οποιουσδήποτε τύπου έδαφος και εκείνο το οποίο έχει μεγαλύτερη σημασία είναι το μυαλό, το πάθος, η μύτη, η αντοχή στις καιρικές συνθήκες και την τραχύτητα του εδάφους και πάνω απ' όλα η αίσθηση θηράματος και η διάθεση συνεργασίας με τον κυνηγό, πράγματα τα οποία τα συναντάμε σε προικισμένα άτομα όλων των φυλών.
4 Το αγγλικό σέτερ είναι ένας εξαιρετικός σκύλος κυνηγίου, στις τάξεις του οποίου πολλές φορές βρίσκονται προικισμένα ζώα. Έχει αποκτήσει πάρα πολλούς φανατικούς οπαδούς λόγω των ικανοτήτων του αυτών, αλλά και από το χαρακτηριστικό του ποντάρισμα και φερμάρισμα του θηράματος (το οποίο μοιάζει σε πολλά σημεία με αιλουροειδούς), από την ομορφιά του και από το γεγονός ότι έχει ανεξάντλητες δυνάμεις. Έτσι, ένας κυνηγός του Σαββατοκύριακου αποφορτίζει και εκτονώνει το σέτερ του μέσα σε αυτές τις 2 κυνηγετικές μέρες, παρά εάν είχε ένα πόιντερ.
5 Ένα πραγματικά μεγάλο πόιντερ είναι η προσωποποίηση του πάθους, της δύναμης, της οσφραντικής ικανότητας και της δυνατότητας να κυνηγάει τις περισσότερες μέρες της εβδομάδας με τον ίδιο ρυθμό χωρίς να καταβάλλεται, ειδικά όταν πρόκειται για κυνήγι μπεκάτσας. Είναι ένας σκύλος ο οποίος ξεδιπλώνει τα ανυπέρβλητα προσόντα του στο συνεχές κυνήγι, όταν δε τον εκπαιδεύσουμε επαρκώς και τον κρατήσουμε κλεισμένο για μια εβδομάδα, βγάζοντας τον έξω για λίγες ώρες το Σάββατο και λιγότερες την Κυριακή, έχει συσσωρεύσει τόση ενέργεια, η οποία δεν μπορεί να ελεγχθεί εύκολα, γι' αυτούς τους λόγους οι κυνηγοί των πόλεων, κατά ω γνώμη μου, προτιμούν περισσότερο τα σέτερ, παρ' όλο που η Ελλάδα έχει κατά μέσον όρο υψηλές θερμοκρασίες και σχετική υγρασία, καθώς επίσης και πολλά άγανα, αγκάθια, κολλιτσίδες που κολλάνε στο τρίχωμα των σέτερ.
6 Τα ελαττώματα τα οποία καθιστούν ακατάλληλο ένα κυνηγετικό ζώο για το κυνήγι, είναι: α) η έλλειψη προσανατολισμού. Δεν είναι δυνατόν να κυνηγήσουμε με ένα ζώο το οποίο κάθε λίγο και λιγάκι χάνει τον προσανατολισμό του μέσα στο δάσος και δυσκολεύεται να μας ξαναβρεί. Σε άλλες περιπτώσεις το ελάττωμα αυτό διορθώνεται με τη τριβή και σε άλλες όχι. β) Ένα πραγματικό μπεκατσόσκυλο πρέπει να μπορεί να αντιλαμβάνεται από μακριά τη νευρικότητα ή μη του πουλιού και να του συμπεριφέρεται ανάλογα, το οδηγεί δε, όπως περίπου οδηγούν τα τσοπανόσκυλα το πρόβατο στο μαντρί του, ώστε να πεταχτεί σε μέρος και σε χρόνο που θα πολλαπλασιάζουν τις πιθανότητες να το δει ο κυνηγός εντός βολής. Ένας σκύλος νευρικός, ο οποίος συμπεριφέρεται σε όλα τα πουλιά κατά τον ίδιο τρόπο θα μας κάνει να κυνηγάμε με άγχος, μειώνοντας τις πιθανότητες επιτυχίας μας και τις δυνατότητές μας να απολαύσουμε το κυνήγι μας. Τέτοιοι σκύλοι δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να ονομάζονται μπεκατσόσκυλα, διότι στερούνται της δυνατότητας να κρίνουν τις καταστάσεις.
γ) Ένα κυνηγετικό σκυλί, το οποίο δεν αντέχει στο κρύο, στη βροχή και το χιόνι και σκεβρώνει έπειτα από μισή ώρα βροχής, δεν μπορεί να ονομάζεται μπεκατσόσκυλο. Πολλά από τα πόιντερ τα οποία έχω σπάνε τον πάγο και κυλιούνται με την πλάτη, μπαίνοντας μέσα στο παγωμένο νερό για να δροσιστούν και συνεχίζουν το κυνήγι.
δ) Το κυνήγι της μπεκάτσας περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο κυνήγι Χρειάζεται ένα σκύλο ο Οποίος να αγαπάει, να εκτιμάει τον κυνηγό και να έχει τη διάθεση να συνεργαστεί απόλυτα μαζί του. Ένας σκύλος όσο μεγάλες κυνηγετικές αρετές κι αν έχει, εάν δεν είναι συνεργάσιμος στο κυνήγι της μπεκάτσας κάνει περισσότερη, ζημιά παρά προκοπή.
7 θα πρέπει να το εκπαιδεύσει υ επαρκώς και σωστά, ώστε η κάθε ενέργειά του να μπορεί να είναι απαιτητή και ελεγχόμενη και μετά να το εξειδικεύσει με επιμονή και υπομονή στο συγκεκριμένο θήραμα, αφιερώνοντας τα χρόνια τα οποία αυτό απαιτεί.
8Το μπεκατσόσκυλο περισσότερο γεννιέται παρά γίνεται, αυτό δεν σημαίνει ότι θέλει λιγότερη δουλειά και υπομονή.
Του Θωμά Πετρόχειλου
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου